Ταργηλιών

Ταργηλιών
Ταργηλιών,
A v. Θαργηλιών.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ταργηλιών — ὁ, Α. βλ. Θαργηλιών …   Dictionary of Greek

  • Θαργηλίων — Ο ενδέκατος μήνας (15 Μαΐου 15 Ιουνίου) του αρχαίου αττικού ημερολόγιου, η ονομασία του οποίου συνδυάζεται με την εποχή του θερισμού (θέρειν την γην). Κατά τη διάρκειά του τελούνταν οι γιορτές Θαργήλια, Βενδίδεια και Πλυντήρια. Οι μέρες που ήταν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”